"Συμβολή στη διερεύνηση των φυσικοχημικών και ηλεκτρικών ιδιοτήτων ελαίων φυτικής προέλευσης για υποκατάσταση των ορυκτών στον εξοπλισμό υψηλών τάσεων, στα πλαίσια του οικολογικού σχεδιασμού"
Σκοπός της διδακτορικής διατριβής είναι να μελετήσει συγκεκριμένα χαρακτηριστικά ελαίων φυτικής προέλευσης και να προσδιορίσει τους παράγοντες που επιτρέπουν την επιτυχή αντικατάσταση των συμβατικών μονωτικών ελαίων με αντίστοιχα έλαια φυτικής προέλευσης σε ηλεκτρολογικό εξοπλισμό υψηλών τάσεων και ιδιαίτερα στους μετασχηματιστές υψηλής τάσης. Δύο από τις κυριότερες προκλήσεις στους μετασχηματιστές ισχύος όπως έχει ήδη αποτυπωθεί στην ευρωπαϊκή νομοθεσία του οικολογικού σχεδιασμού, είναι η μείωση των απωλειών ισχύος και η επιμήκυνση του χρόνου λειτουργίας τους. Και οι δύο αυτές προκλήσεις, σχετίζονται εκτός των άλλων και με τα μονωτικά έλαια που χρησιμοποιούνται σε αυτόν τον ηλεκτρικό εξοπλισμό.
Τα συμβατικά μονωτικά έλαια για ηλεκτρολογικό εξοπλισμό υψηλών τάσεων, είναι προϊόντα κλασματικής απόσταξης αργού πετρελαίου. Τα ορυκτέλαια είναι σχεδόν πλήρως ανακυκλώσιμα και μπορούν να αναγεννηθούν με ικανοποιητικά αποτελέσματα, δεν είναι όμως βιο-αποικοδομήσιμα, έχουν επικίνδυνα χαρακτηριστικά ευφλεκτότητας, καθώς επίσης και τοξικές ιδιότητες τόσο για το άνθρωπο, όσο και το περιβάλλον.
Τα λιπαντικά με βάση έλαια φυτικής προέλευσης, είναι βιοδιασπώμενα και ανακυκλώσιμα, ενώ παράλληλα δεν είναι τοξικά και εύφλεκτα όπως τα συμβατικά ορυκτέλαια. Επιπλέον, θεωρούνται και μία βιώσιμη λύση, δεδομένου ότι είναι προϊόντα καλλιέργειας και τα αποθέματά τους πρακτικά μπορούν να θεωρηθούν απεριόριστα, σε αντίθεση με τα πετρελαϊκής προέλευσης, τα οποία αναπόφευκτα υπόκεινται στους περιορισμούς των αποθεμάτων του αργού πετρελαίου.
Παρότι όμως η αντικατάσταση των συμβατικών μονωτικών ελαίων πετρελαϊκής προέλευσης, με έλαια φυτικής προέλευσης, είναι μονόδρομος στην αγορά του ηλεκτρολογικού εξοπλισμού, στην πράξη υπάρχουν ζητήματα ασυμβατότητας των δύο αυτών κατηγοριών μονωτικών ελαίων, λόγω της διαφορετικής χημικής σύστασης τους. Η ανάμειξή τους και ιδιαίτερα σε πραγματικές συνθήκες γήρανσης, θέρμανσης και οξείδωσης, δημιουργεί ανεπιθύμητα παραπροϊόντα που μειώνουν την απόδοση, τη λειτουργικότητα και τη διάρκεια ζωής του εξοπλισμού.
Η διατριβή αυτή, θα αφορά διερεύνηση των φυσικοχημικών και λειτουργικών (ηλεκτρικών) παραμέτρων όχι μόνο του ιδίου του ελαίου, αλλά και των στοιχείων του μετασχηματιστή, με έμφαση στο συνδυασμό φυτικού ελαίου και μονωτικού χαρτιού. Η έμφαση αυτή κρίνεται σκόπιμη γιατί το μονωτικό χαρτί στους μετασχηματιστές είναι κρίσιμο υλικό για τη λειτουργική του κατάσταση, άρα και κατά την αντικατάσταση του ελαίου και αυτό, λόγω του εμποτισμού του χαρτιού με το έλαιο, με συνέπεια να υπάρχουν προβλήματα συμβατότητας μεταξύ (των υπολειμμάτων) του παλαιού με το νέο έλαιο, αλλά και μεταξύ ελαίου και χαρτιού.